Application du Dictionnaire Rosgovas français-grec grec-français avec (tous supports)

κτηνοτρόφος en français
κτηνοτρόφος
se prononce
ktino’trofos
.
κτηνοτρόφος
signifie en français
éleveur
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- κτηνοτρόφος : éleveur / éleveur de bétail
- κτηνοτρόφος / σπερματεγχύτης : éleveur pratiquant lui-même l'insémination
- κτηνοτρόφος : éleveur
- κτηνοτρόφος γενικά : ouvrier d'élevage d'animaux
- κτηνοτρόφος-παραγωγός : éleveur-producteur
- κτηνοτρόφος προβατοειδών : berger / éleveur d'ovins
- κτηνοτρόφος κάτοχος γαλακτοπαραγωγικού κοπαδιού : éleveur de bétail laitier
- κτηνοτρόφος που ασχολείται με τη βιομηχανική κρεατοπαραγωγή : éleveur hors sol
- 1. παραγωγός που είναι ειδικευμένος στην πάχυνση των ζώων 2. (κτηνοτρόφος) ασχολούμενος με την πάχυνση : engraisseur
S’abonner
0 Commentaires


