Εφαρμογή του

ακάλυπτος στα γαλλικά
ακάλυπτος
λέγεται
a’kaliptos
.
ακάλυπτος
σημαίνει στα γαλλικά
découvert / à découvert
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- ακάλυπτος / χρεωστική θέση : short
- χώρος πρασίνου / ακάλυπτος χώρος : espace vert
- ακάλυπτος χώρος : lot non-bati / parcelle non-construite
- είμαι ακάλυπτος : être "hors couverture"
- ακάλυπτος λογαριασμός : découvert bancaire
Subscribe
0 Comments