Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με

απομονώνω στα γαλλικά
απομονώνω
λέγεται
apomo’nono
.
απομονώνω
σημαίνει στα γαλλικά
isoler
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- απομονώνω : isoler
Subscribe
0 Comments
Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με
