Εφαρμογή του

δόση στα γαλλικά
δόση
λέγεται
’dhosi
.
δόση
σημαίνει στα γαλλικά
dose / με δόσεις à crédit
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- δόση : dose
- δοσολογία (Preferred) / δόση (Deprecated) : posologie
- δόση : dose cumulée
- δόση : abattement
- δόση / ρυθμός ροής : dosage / taux d'écoulement
- ΔΑΟΕ / δόση αναφοράς οξείας έκθεσης : ARfD / dose de référence aiguë
- ARfD / ΔΑΟΕ : DARf / DAR
- δόση : tranche
Subscribe
0 Comments