Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με

κατάθλιψη στα γαλλικά
κατάθλιψη
λέγεται
ka’tathIipsi
.
κατάθλιψη
σημαίνει στα γαλλικά
déprime
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- κατάθλιψη : refoulement
- θλίψη / κατάθλιψη : dépression
- κλίση / ύφεση : dépression
- ψυχική κατάθλιψη : dépression psychique
- αγχώδης κατάθλιψη : dépression d'angoisse
- νευρική κατάθλιψη / καταθλιπτική νεύρωση : dépression nerveuse
- εναγώνια κατάθλιψη : dépression mélancolique
- νοσταλγική κατάθλιψη : dépression nostalgique
- κατάθλιψη της φυλακής : dépression carcérale
- καταθλιπτικό μανόμετρο / μανόμετρο στην κατάθλιψη : manomètre de refoulement
Subscribe
0 Comments


