Εφαρμογή του

κόψη στα γαλλικά
κόψη
λέγεται
’kopsi
.
κόψη
σημαίνει στα γαλλικά
tranchant
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- ακμή / κόψη : can
- κόψη / κόψες : "gorget" / rallonge
- ακμή / κόψη : taille
- ακμή / κόψη : arête / taillant
- κόψη : tranchant
- λεία κόψη / λεία ράχη : tranche unie
- κόψη υνίου : tranchant du soc
- πρώτη ακμή / πρώτη κόψη : première taille
- πλάγια κόψη : arête latérale / arête complémentaire
- ανώμαλα άκρα / Aκανόνιστη κόψη : liseré
Subscribe
0 Comments