Εφαρμογή του

λούκι στα γαλλικά
λούκι
λέγεται
’luki
.
λούκι
σημαίνει στα γαλλικά
gouttière
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- λούκι / αυλάκωση : rainure
- αμάρα / λούκι : noue / cheneau
- λούκι : AT
- λούκι στη σόλα / αυλάκι στη σόλα : gravure
- λούκι στάγματος : déflecteur
- διπλό λούκι στη σόλα / διπλό αυλάκι στη σόλα : gravure double
- κλείνω το λούκι της σόλας : fermer la gravure
Subscribe
0 Comments