Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με

μαρασμός στα γαλλικά
μαρασμός
λέγεται
maraz’mos
.
μαρασμός
σημαίνει στα γαλλικά
marasme
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- φθίση / μαρασμός : dépérissement
- μαρασμός : marasme / atrophie du nourrisson
- μαρασμός : marasme / hypotrophie du nourrisson
- μαρασμός : flétrissement
- ωχρίασις,μαρασμός : étiolement
- εκφύλιση βερυκοκιάς / μαρασμός βερυκοκέας : dépérissement de l'abricotier
- μαρασμός των δασών : dépérissement des forêts
- επιζωοτικός μαρασμός : maladie carencielle de brousse
- μαρασμός των αγγείων : flétrissure vasculaire
- οικονομικός μαρασμός : stagnation économique
Subscribe
0 Comments


