Εφαρμογή του

ράμφος στα γαλλικά
ράμφος
λέγεται
’ramfos
.
ράμφος
σημαίνει στα γαλλικά
bec
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- ράμφος : mucron / pointe du pépin
- καλύπτρα / κώνος ρύγχους : coiffe / coiffe couvrant les charges utiles
- τανάλια / ράμφος δετικού μηχανισμού : pince / bec noueur
- ζάγλωσσος / έχιδνα με κυρτό ράμφος : echidné à bec courbe
- ράμφος υνίου / αιχμηρό άκρο υνίου : pointe du soc
- υνί με ράμφος / υνί με αιχμηρό άκρο : soc à pointe / soc pour terrains caillouteux
- ράμφος πελεκάνου : bec de Pelican / croc à échappement
- ράμφος παπαγάλου : bec de perroquet
- συλλεκτικό ράμφος : bec cueilleur / bec cueilleur à maïs sur moissonneuse batteuse
- ράμφος τροφοδοσίας : règle / bec d'écoulement
Subscribe
0 Comments