Εφαρμογή του

τσίμπημα στα γαλλικά
τσίμπημα
λέγεται
’tsibima
.
τσίμπημα
σημαίνει στα γαλλικά
piqûre
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- τσίμπημα : casse
- τσίμπημα / μηχανισμός τάνυσης νήματος με σημειακή συγκράτηση : tendeur de fil à pincement
- τσίμπημα φτέρνας / καλαπόδι για φτέρνα : lasting pour talon
- τσίμπημα από έντομα : écharde / perforation due aux charançons ou aux chenilles
Subscribe
0 Comments