Εφαρμογή του

υλικό στα γαλλικά
υλικό
λέγεται
ili’ko
.
υλικό
σημαίνει στα γαλλικά
matériau / matériel
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- υλικό / υπόστρωμα : solution nutritive / milieu de culture liquide
- υλικό : matériau
- υλικό / υλικός εξοπλισμός : matériel / support physique
- ίζημα / απόθεσις : dépôt
- HUMINT / πληροφορίες από ανθρώπινο υλικό : ROHUM / renseignement humain
- αφρός / εξάφρισμα : écume / mousse
- Ενιαίοι νομικοί κανόνες σχετικά με την επικύρωση των τεχνικών προτύπων και την υιοθέτηση ενιαίων τεχνικών κανονισμών που εφαρμόζονται στο σιδηροδρομικό υλικό που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί στη διεθνή κυκλοφορία / APTU : APTU / Règles uniformes concernant la validation de normes techniques et l’adoption de prescriptions techniques uniformes applicables au matériel ferroviaire destiné à être utilisé en trafic international
- vf / v.f. : vf / v.f.
- vt / v.t. : vt / v.t.
Subscribe
0 Comments