Εφαρμογή του

φορτώνω στα γαλλικά
φορτώνω
λέγεται
for’tono
.
φορτώνω
σημαίνει στα γαλλικά
charger
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- φορτώνω : charger
- φορτώνω : charger / charger un programme
- φορτώνω / φόρτωση : chargement
- φορτώνω / τοποθετώ μέσα στη μήτρα : mise en place dans le moule
- φορτώνω : être en chargement
- φορτίζω την μπαταρία / φορτώνω την μπαταρία : charger la batterie
- φορτώνω πλοίο ισοβύθιστα / κατανέμω ομοιόμορφα το φορτίο στο πλοίο : charger en équilibre / amonceler en équilibre
- φορτώνω τον αριθμό κλήσης : charger le numéro d'appel
- φορτώνω από το λειτουργικό σύστημα : charger depuis un système d'exploitation
Subscribe
0 Comments