Εφαρμογή του

ωριμότητα στα γαλλικά
ωριμότητα
λέγεται
ori’motita
.
ωριμότητα
σημαίνει στα γαλλικά
maturité
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- ωριμότητα : maturité
- ωρίμανση / ωριμότητα : maturité
- πλήρης ωριμότητα : pleine maturité / maturité complète
- πρόωρη ωριμότητα : précocité
- φυσική ωριμότητα : maturité physiologique
- κίτρινη ωριμότητα : maturité jaune
- έλλειψη ωριμότητας / ανεπαρκής ωριμότητα : défaut de maturité
- σεξουαλική ωριμότητα : maturité sexuelle
Subscribe
0 Comments