Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

όπλο στα γαλλικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
όπλο
λέγεται
’oplo
.
όπλο
σημαίνει στα γαλλικά
arme
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • ΟΜΚ / όπλο μαζικής καταστροφής : ADM / arme de destruction massive
  • όπλο : arme
  • όπλο : armement
  • BW / ΒΧΟ : AB / GB
  • DEW / όπλο κατευθυνόμενης ενέργειας : arme à énergie dirigée / AED
  • αραβίδα / μουσκέτο : mousqueton
  • πολυβόλο / αυτόματο όπλο : mitrailleuse
  • όπλο ΕΜΠ / ηλεκτρομαγνητικός παλμός : IEM / impulsion électromagnétique
  • φορητό όπλο : arme de petit calibre
  • βαρύ όπλο : arme à feu lourde

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments