Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με

αίρεση στα γαλλικά
αίρεση
λέγεται
’eresi
.
αίρεση
σημαίνει στα γαλλικά
secte / hérésie
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- αίρεση : condition
- μικτή αίρεση : condition mixte
- αίρεση αγαμίας / όρος περί μη συνάψεως γάμου : clause de célibat
- πληρωθείς όρος / πληρωθείσα αίρεση : condition réalisée
- διαλυτική αίρεση : condition résolutoire
- διαλυτική αίρεση / επιγενόμενη συνθήκη : condition résolutoire
- αμοιβή υπό αίρεση / εργολαβία της δίκης : honoraires de résultat / honoraires conditionnels
- θεώρηση υπό όρους / θεώρηση υπό αίρεση : visa conditionnel
- μη πληρωθείς όρος / μη πληρωθείσα αίρεση : condition défaillie
- αναβλητική αίρεση : condition suspensive
Subscribe
0 Comments


