Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με

αδιάψευστος στα γαλλικά
αδιάψευστος
λέγεται
a’dhjapsefstos
.
αδιάψευστος
σημαίνει στα γαλλικά
non démenti / irréfutable
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
Subscribe
0 Comments
Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με
