Εφαρμογή του

αιμάτωμα στα γαλλικά
αιμάτωμα
λέγεται
e’matoma
.
αιμάτωμα
σημαίνει στα γαλλικά
hématome
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- αιμάτωμα : hématome
- αιμάτωμα : saignement
- αιμάτωμα / αιμαγγείωμα : hémangiome
- υπόσφαγμα / υποσκληρίδιο αιμάτωμα : hémorragie sous-conjonctivale
- σφύζον αιμάτωμα : hématome pulsatile
- αιμάτωμα οσχέου : hématome scrotal
- πυελικό αιμάτωμα : hématome pelvien
- κολπικό αιμάτωμα : hématome vaginal
- κυστικό αιμάτωμα : hématome kistique
Subscribe
0 Comments