Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με

απελπιστικός στα γαλλικά
απελπιστικός
λέγεται
apelpisti’kos
.
απελπιστικός
σημαίνει στα γαλλικά
désespérant / désespéré
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
Subscribe
0 Comments
Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με
