Εφαρμογή του

αποκλειστικός στα γαλλικά
αποκλειστικός
λέγεται
apoklisti’kos
.
αποκλειστικός
σημαίνει στα γαλλικά
exclusif
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- προαιρετικός όρος / αποκλειστικός όρος : mention réservée / mention facultative
- προστασία πλοκάδας / αποκλειστικός έλεγχος πλοκάδος : protection de bloc
- νυχτερινός νοσοκόμος / αποκλειστικός νοσοκόμος νύχτας : garde de nuit
- αποκλειστικός κωδικός : identificateur unique
- αποκλειστικός ναύλος : tarif propre
- αποκλειστικός έλεγχος : contrôle exclusif
- αποκλειστικός έλεγχος : contrôle unique
- αποκλειστικός ανάδοχος : entrepreneur concessionnaire
- αποκλειστικός διάδρομος / αποκλειστική οδός κυκλοφορίας : site propre
- αποκλειστικός νοσοκόμος : garde post-opératoire
Subscribe
0 Comments