Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με

απόκομμα στα γαλλικά
απόκομμα
λέγεται
a’pokoma
.
απόκομμα
σημαίνει στα γαλλικά
talon / coupon / coupure
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- απόκομμα : moellon
- απόκομμα / ούγια τέλους : bout de pièce
- κουπόνι / απόκομμα : coupon
- απόκομμα : à côté / à côté de coupe
- απόκομμα τύπου : coupure de presse
- κουπόνι ελέγχου / απόκομμα ελέγχου : coupon de contrôle
- απόκομμα δοκιμών : éprouvette / éprouvette de carte de circuit imprimé
- κάρτα σταθμεύσεως / απόκομμα σταθμεύσεως : chèque de stationnement
- απόκομμα πληρωμής : avis de débit
- υγρό απόκομμα χαρτοποίησης / υγρό υπόλειμμα χαρτοποίησης : cassé de fabrication humide
Subscribe
0 Comments


