Εφαρμογή του

αρσενικό στα γαλλικά
αρσενικό
λέγεται
arseni’ko
.
αρσενικό
σημαίνει στα γαλλικά
arsenic
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- αρσενικό / MUL : arsenic
- πατέρας / αρσενικό : père / géniteur
- αρσενικό : mâtin
- κάπρος / άρρην χοίρος : verrat
- κοχλίας / αρσενικό σπείρωμα : vis / vis mâle
- τετράγωνο / αρσενικό τετράγωνο : carré / carré mâle
- As2S5 / πενταθειούχο αρσενικό : As2S5 / pentasulfure d'arsenic
- άρρην πώλος / αρσενικό πουλάρι : poulain mâle / poulain entier
- εξοχή / προεξοχή αρσενικό σανίδας ραμποτέ : saillie / languette
- αρσενική τάπα / αρσενικό πώμα : bouchon mâle
Subscribe
0 Comments