Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με

ασυμμόρφωτος στα γαλλικά
ασυμμόρφωτος
λέγεται
asi’morfotos
.
ασυμμόρφωτος
σημαίνει στα γαλλικά
irrécupérable
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
Subscribe
0 Comments
Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με
