Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με

βαθμιαίος στα γαλλικά
βαθμιαίος
λέγεται
vathmi’eos
.
βαθμιαίος
σημαίνει στα γαλλικά
graduel / progressif
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- "build down" / βαθμιαίος αφοπλισμός : build down / décroissance
- βαθμιαίος αφοπλισμός : décroissance / dé-déploiement
- βαθμιαίος κυματοδηγός : transition progressive
Subscribe
0 Comments


