Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με

δαπάνη στα γαλλικά
δαπάνη
λέγεται
dha’pani
.
δαπάνη
σημαίνει στα γαλλικά
dépense
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- έξοδο / δαπάνη : dépense
- δαπάνη : effort
- ΤΝΚΔΝ / τελική νομισματική καραναλωτική δαπάνη των νοικοκυριών : DMCFM / dépense monétaire de consommation finale des ménages
- αρχική δαπάνη : dépense initiale
- τελική δαπάνη : dépenses finales
- δαπάνη/δαπάνες : dépense
- έκτακτη δαπάνη : charge exceptionnelle
- πληρωτέα έξοδα / πληρωτέα δαπάνη : passif couru / frais à payer
- αγροτική δαπάνη : dépense agricole
- διανοητικό έργο / διανοητική δαπάνη : charge mentale
Subscribe
0 Comments


