Εφαρμογή του

δηλητηρίαση στα γαλλικά
δηλητηρίαση
λέγεται
dhiliti’riasi
.
δηλητηρίαση
σημαίνει στα γαλλικά
intoxication
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- δηλητηρίαση : empoisonnement
- τοξίκωση / δηλητηρίαση : intoxication
- δηλητηρίαση : intoxication / empoisonnement
- τοξίκωση / δηλητηρίαση : toxicose
- βισμουθισμός / δηλητηρίαση με βισμούθιο : bismuthose / bismuthisme
- μολυβδίαση / δηλητηρίαση δια μολύβδου : saturnisme chronique
- ελλεβορισμός / δηλητηρίαση από τον ελλέβορο : elléborisme
- λουπίνωση / δηλητηρίαση από υπερκατανάλωση θέρμου : lupinose
Subscribe
0 Comments