Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με

εκατοστό στα γαλλικά
εκατοστό
λέγεται
ekato’sto
.
εκατοστό
σημαίνει στα γαλλικά
centimètre
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- εκατοστό / εκατοστημόριο : centile / percentile
- λεπτό / εκατοστό : d / 1 penny
- σεντιστόκ / εκατοστό του στοκ : centistoke
- βαρύ / dyn : 1 barye / dyn-cm2
- kgf/cm2 : kgf-cm2 / 1 kilogramme force par centimètre carré
- cm2 / τετραγωνικό εκατοστό : cm2 / 1 centimètre carré
- cm3 / κυβικό εκατοστό του μέτρου : cm3 / 1 centimètre cube
- εκατοστό ακτινίου : centradian / centième de radian
- αμπεροστροφές ανά εκατοστό του μέτρου : ampères-tours par centimètre
Subscribe
0 Comments


