Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με

εκδρομή στα γαλλικά
εκδρομή
λέγεται
ekdhro’mi
.
εκδρομή
σημαίνει στα γαλλικά
excursion
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- εκδρομή / περιήγηση : tour / excursion
- σχολική εκδρομή : voyage scolaire
- αεροπορική εκδρομή / αεροναυτιλιακό ταξίδι : promenade en vol / promenade aérienne
- μεσαιωνική εκδρομή : itinéraire médiéval
- προαιρετική εκδρομή : visite facultative
- εκπαιδευτική εκδρομή : voyage scolaire / voyage éducatif
- εκδρομή της τάξης στην ύπαιθρο : classes vertes
- προσυνεδριακή-μετασυνεδριακή εκδρομή : excursions pré-et post-conférence
- εκδρομή της τάξης για χειμερινό αθλητισμό : classe de neige
- εκδρομή με θέμα την πολιτιστική κληρονομιά : circuit sur le thème du patrimoine
Subscribe
0 Comments


