Εφαρμογή του

ενεργός στα γαλλικά
ενεργός
λέγεται
ener’yos
.
ενεργός
σημαίνει στα γαλλικά
actif
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- ενεργός / ενεργητικός : actif
- N10 / U10 : N10 / U10
- e.r.p. / ενεργή ακτινοβολούμενη ισχύς : puissance apparente rayonnée / p.a.r.,par une antenne dans une direction donnée
- τιμή RMS / ενεργός τιμή : RMS / valeur efficace
- διεγέρτης / ενεργός κεραία : élément actif / élément primaire
- ECEC / ενεργός κατιοανταλλακτική ικανότητα : CECR / capacité d'échange cationique réelle
- θέση δράσης / ενεργός θέση : position active
- ενεργός δόση / MUL : dose efficace
- ενεργός τάση : tension efficace
- ενεργό σόναρ / ενεργός ηχοεντοπιστής : sonar actif
Subscribe
0 Comments