Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με

ηλιακός στα γαλλικά
ηλιακός
λέγεται
ilia’kos
.
ηλιακός
σημαίνει στα γαλλικά
solaire
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- ηλιακός χάρτης : carte solaire / carte d'irradiation solaire
- ηλιακός χρόνος / ηλιακή ώρα της ημέρας : heure solaire du jour
- ηλιακός άνεμος : vent solaire
- ηλιακός θόρυβος : bruit solaire
- ηλιακός συλλέκτης / ηλιακός θερμοσυσσωρευτής : capteur solaire / insolateur
- ηλιακός διακόπτης : interrupteur solaire
- ηλιακός συλλέκτης : capteur solaire
- ηλιακός αισθητήρας : capteur solaire / senseur solaire
- ηλιακός συσσωρευτής : batterie solaire
- ηλιακός συσσωρευτής : panneau solaire / panneau solaire orientable
Subscribe
0 Comments


