Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με

θραύση στα γαλλικά
θραύση
λέγεται
’thrafsi
.
θραύση
σημαίνει στα γαλλικά
bris / ravages
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- ρήγμα / θραύση : cassure
- θραύση / σύνθλιψη : concassage / trituration
- ρωγμή / θραύση : cassure / rupture
- θραύση : abatage / abattage
- θραύση : grain d'une cassure
- Θραύση : rupture
- θραύση / έκθλιψη : foulage / pigeage
- θραύση : casserie
- θραύση : rupture
- ρωγμή / θραύση μικρής έκτασης : fêlure / fissure
Subscribe
0 Comments


