Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με

θόρυβος στα γαλλικά
θόρυβος
λέγεται
’thorivos
.
θόρυβος
σημαίνει στα γαλλικά
bruit
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- Θόρυβος : bruit
- θόρυβος : bruit
- Θόρυβος : bruit en alternatif
- θόρυβος : bruit de fond
Subscribe
0 Comments


