Εφαρμογή του

κονδύλι στα γαλλικά
κονδύλι
λέγεται
kon’dhili
.
κονδύλι
σημαίνει στα γαλλικά
somme
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- εθνικό κονδύλι : enveloppe nationale
- λογαριασμός, κονδύλι : poste
- γραμμή του προϋπολογισμού / κονδύλι του προϋπολογισμού : ligne / ligne budgétaire
- κονδύλι των πολυμερών πληρωμών : enregistrement de règlements multilatéraux
- πιέτρα νέρα' "μαύρη πέτρα"' κονδύλι : crayon à mine de plomb
- συγκεντρωτικό κονδύλι των διορθώσεων αξιών : corrections de valeur cumulées / montant cumulé des corrections de valeur
- γραμμή η οποία επιβαρύνθηκε με την αρχική δαπάνη / κονδύλι το οποίο επιβαρύνθηκε με την αρχική δαπάνη : ligne qui a supporté la dépense initiale
- κονδύλι του προϋπολογισμού' δημοσιονομική διάταξη : disposition budgétaire
- το κονδύλι το οποίο επιβαρύνθηκε με την αρχική δαπάνη : ligne qui a supporté la dépense initiale
Subscribe
0 Comments