Εφαρμογή του

κορμός στα γαλλικά
κορμός
λέγεται
kor’mos
.
κορμός
σημαίνει στα γαλλικά
tronc
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- κορμός / κόρμος : corme
- κορμός / στέλεχος : tige
- κορμός / μπούστο : buste
- κορμός : bille
- ψυχή / κορμός : âme
- κορμός : fût
- κορμός / κούτσουρο : bille / grume
- κορμός : tronc
Subscribe
0 Comments