Εφαρμογή του

λεπτός στα γαλλικά
λεπτός
λέγεται
lep’tos
.
λεπτός
σημαίνει στα γαλλικά
fin / mince / délicat
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- λεπτός : mince
- ισχνός / λεπτός : gracile
- λεπτός : subtil
- λεπτός : fin
- αραιά υφή / λεπτός ιστός : tissu léger
- λεπτό τζάμι / λεπτός υαλοπίνακας : verre mince
- ελαφρά αύρα / λεπτός άνεμος : légère brise
- εκλεκτή υφή / λεπτός ιστός : tissu fin
- λεπτός Moder / εξαίρετος Moder : moder fin
Subscribe
0 Comments