Εφαρμογή του

λιγνίτης στα γαλλικά
λιγνίτης
λέγεται
liy’nitis
.
λιγνίτης
σημαίνει στα γαλλικά
lignite
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- λιγνίτης / φαιάνθρακας : lignite / houille brune
- ξηρός λιγνίτης : lignite séché
- παλαιός λιγνίτης : lignite ancien
- πρόσφατος λιγνίτης : lignite récent
- ξηραμένος λιγνίτης : lignite séché
- συσσωματωμένος λιγνίτης : lignite aggloméré
Subscribe
0 Comments