Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με

μαγειρείο στα γαλλικά
μαγειρείο
λέγεται
maji’rio
.
μαγειρείο
σημαίνει στα γαλλικά
gargote
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- κουζίνα(κν.) / μαγειρείο πλοίου : cambuse / cuisine
- κύριο μαγειρείο : cuisine principale
- υποδαπέδιο μαγειρείο : office sous plancher
- αυτοκίνητο μαγειρείο : voiture-cuisine / cuisine roulante
- μαγειρείο εκστρατείας (και αρτοποιείο) : cuisine de campagne
Subscribe
0 Comments


