Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

μονός στα γαλλικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
μονός
λέγεται
mo’nos
.
μονός
σημαίνει στα γαλλικά
impair
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • μονοπαλμός / μονός παλμός : monoimpulsion / mono-impulsion
  • μόνος γονέας / μοναδικός γονέας  (Deprecated) : parent isolé
  • μόνος εισηγητής : rapporteur unique
  • μονός καυστήρας : brûleur simple
  • απλός συμπιεστής / μονός συμπιεστής : compresseur simple
  • μονός υαλοπίνακας : verre simple
  • χρόνος πτήσης "μόνος" : temps de vol solo
  • φοβία να μένει κανείς μόνος : crainte de l'isolement
  • μονός ενδείκτης υδραυλικής πίεσης : indicateur de pression hydraulique simple
  • μόνος αρμόδιος για την εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών : seule compétente pour apprécier les faits

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments