Εφαρμογή του

οργασμός στα γαλλικά
οργασμός
λέγεται
oryaz’mos
.
οργασμός
σημαίνει στα γαλλικά
orgasme
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- οίστρος / οργασμός : rut / chaleur
- οίστρος / οργασμός : rut / oestrus
- οργασμός άκαιρος / οργασμός εκτός εποχής : à contre-saison
- λανθάνων οργασμός : chaleurs silencieuses / ovulation silencieuse
- πολλαπλασιαστικός οργασμός : fièvre d'essaimage
- καταληκτική κατάσταση/κλίμακα : climax
- ανδρική σεξουαλική διαστροφή κατά την οποία ο οργασμός επέρχεται κατόπιν απλής προστρίψεως : frottage
Subscribe
0 Comments