Εφαρμογή του

πλύσιμο στα γαλλικά
πλύσιμο
λέγεται
’plisimo
.
πλύσιμο
σημαίνει στα γαλλικά
lavage
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- πλύσιμο : lavage / nettoyage
- κάθαρση / πλύσιμο : piétage
- λουτρό / πλύσιμο : bain pour moutons
- πλύσιμο : braying
- πλύσιμο : lavage
- πλύσιμο ινών : peignage des fibres
- πλύση/πλύσιμο : lavage
- απορρυπαντικά / παρασκευάσματα για πλύσιμο(αλισίβες) : détergents / préparations pour lessives
- γενικό πλύσιμο / ολοκληρωμένο πλύσιμο : lavage à fond
- πλύσιμο προβιάς / προκαταρκτικό πλύσιμο μαλλιού : lavage à dos
Subscribe
0 Comments