Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με

πούλι στα γαλλικά
πούλι
λέγεται
’puli
.
πούλι
σημαίνει στα γαλλικά
pion
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- πουλί : oiseau
- ζωντανό πουλί που χρησιμοποιείται ως κράχτης : oiseau vivant utilisé comme appelant
Subscribe
0 Comments


