Εφαρμογή του

ραδιενεργός στα γαλλικά
ραδιενεργός
λέγεται
radhiener’yos
.
ραδιενεργός
σημαίνει στα γαλλικά
radioactif
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- ραδιενεργός : actif / radioactif
- ραδιενεργός / ακτινενεργός : radiant / actinogène
- ραδιενέργεια / ραδιενεργός ενέργεια : activité radioactive
- ιχνηθέτης / ραδιενεργός ιχνηθέτης : traceur / élément traceur
- ψυχρός / μη ραδιενεργός : froid / non-radioactif
- ραδιενεργός πηγή / πηγή ραδιενέργειας : source radioactive
- πύλη ραδιενεργός : écran à radiation
- ραδιενεργός ουσία : substance radioactive
- ραδιενεργός ρύπος : polluant radioactif
- ραδιενεργός σκόνη : poussière radioactive
Subscribe
0 Comments