Εφαρμογή του

σέλα στα γαλλικά
σέλα
λέγεται
’sela
.
σέλα
σημαίνει στα γαλλικά
selle
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- σέλα : selle
- μικρή σέλα : sellette
- καρέ και σέλα / καρέ και οσφυϊκή χώρα : carré et selle
- δέρμα για σέλα / δέρμα για σέλες : cuir à équipement
Subscribe
0 Comments