Εφαρμογή του

σκεπάζω στα γαλλικά
σκεπάζω
λέγεται
ske’pazo
.
σκεπάζω
σημαίνει στα γαλλικά
couvrir
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- καλύπτω / μασκάρω : masquer
- σκεπάζω με αδιάβροχο κάλυμμα / σκεπάζω με αδιάβροχο επίβλημα : bâchage
Subscribe
0 Comments