Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με

σκοπιμότητα στα γαλλικά
σκοπιμότητα
λέγεται
skopi’motita
.
σκοπιμότητα
σημαίνει στα γαλλικά
fin
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- σκοπιμότητα : opportunité
- καθεστώς περιφερειακών ενισχύσεων / καθεστώς ενίσχυσης με περιφερειακή σκοπιμότητα : régime d'aide à finalité régionale
- σκοπιμότητα της ενοποιημένης παρουσίας/franchise : faisabilité de la franchise
- επιχείρημα σχετικά με τη σκοπιμότητα της αναβολής : argument relatif à l'opportunité d'attendre
Subscribe
0 Comments


