Εφαρμογή του

στήσιμο στα γαλλικά
στήσιμο
λέγεται
’stisimo
.
στήσιμο
σημαίνει στα γαλλικά
mise en place
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- στήσιμο : compte en fils
- στήσιμο / πυκνότητα : pas / brai
- άνισο στήσιμο : contexture déséquilibré
- συναρμολόγηση / στήσιμο γεωτρύπανου : montage / aménagement
- ισόπυκνο στήσιμο : contexture carrée
- στήσιμο ειδικού στοιχήματος : pari exotique
Subscribe
0 Comments