Εφαρμογή του

στεγνός στα γαλλικά
στεγνός
λέγεται
stey’nos
.
στεγνός
σημαίνει στα γαλλικά
sec
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- ξηρός / στεγνός : exempt d'humidité / exempt de solvant
- στεγνός καρπός : fruit racorni
- στεγνός ψεκασμός : pulvérisation sèche
- στεγνός επίδεσμος : pansement sec
- να γίνει μότορινγκ / να γυρίσει στεγνός ο κινητήρας : ventiler le réacteur
Subscribe
0 Comments