Εφαρμογή του

συρτάρι στα γαλλικά
συρτάρι
λέγεται
sir’tari
.
συρτάρι
σημαίνει στα γαλλικά
tiroir
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- σύρτης / συρτάρι : hotu / nase commun
- συρτάρι / εμβυσματούμενη μονάδα : tiroir
- συρτάρι : tiroir
- συρτάρι / MUL : nase de l'Europe du sud
- συρτάρι : nase-vairon
- συρτάρι / MUL : seuffe / soffie
- συρτάρι επίπλου : tiroir de meuble
- συρτάρι προίκας : bac
- αρχείο δανεισμού / συρτάρι δελτίων δανεισμού : fichier du prêt
- ολισθαίνων δίσκος / συρτάρι που γλυστρά : tiroir coulissant
Subscribe
0 Comments