Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με

τράνταγμα στα γαλλικά
τράνταγμα
λέγεται
’tradayma
.
τράνταγμα
σημαίνει στα γαλλικά
secousse
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- Τράνταγμα / ευθυγραμμίζω δέσμη δελτίων : battre / battre des cartes
- Ρ2 / κίνδυνος εκρήξεως από τράνταγμα,τριβή,φωτιά ή άλλες πηγές αναφλέξεως : R2 / risque d'explosion par choc, friction, feu ou autres sources d'ignition
- Ρ3 / πολύ μεγάλος κίνδυνος εκρήξεως από τράνταγμα,τριβή,φωτιά ή άλλες πηγές αναφλέξεως : R3 / grand risque d'explosion par choc, friction, feu ou autres sources d'ignition
- κούνημα ενός οχήματος / τράνταγμα ενός οχήματος : tamis / mouvement de tamis
- κίνδυνος εκρήξεως από τράνταγμα,τριβή,φωτιά ή άλλες πηγές αναφλέξεως : risque d'explosion par choc,friction,feu ou autres sources d'ignition
- πολύ μεγάλος κίνδυνος εκρήξεως από τράνταγμα,τριβή,φωτιά ή άλλες πηγές αναφλέξεως : grand risque d'explosion par choc,friction,feu ou autres sources d'ignition
Subscribe
0 Comments


