Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με

όφελος στα γαλλικά
όφελος
λέγεται
’ofelos
.
όφελος
σημαίνει στα γαλλικά
bénéfice / profit
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- όφελος / ωφέλειες : avantage
- όφελος : bénéfice
- REGEN / κοινοτική πρωτοβουλία προς όφελος περιοχών που έχουν χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης (περιοχές του στόχου αριθ. 1) και οι οποίες έχουν ανεπαρκή ενεργειακή υποδομή : REGEN / Programme d'initiative communautaire concernant des interconnexions énergétiques
- AL-INVEST / Πρόγραμμα-πλαίσιο βιομηχανικής συνεργασίας και προώθησης των επενδύσεων προς όφελος των χωρών της Λατινικής Αμερικής : AL-INVEST / Programme cadre de coopération industrielle et de promotion des investissements en faveur des pays d'Amérique latine
- άυλο όφελος : profit intangible / avantage intangible
- όφελος χρήστη : bénéfice individuel / bénéfice de l'utilisateur
- όφελος επώασης : gain de surrégénération
- πιθανό όφελος : avantage potentiel
- όφελος άθροισης : avantage de l'agrégation
- εξωτερικό όφελος : externalité positive / effet externe positif
Subscribe
0 Comments


