Εφαρμογή του

abstinence στα ελληνικά
abstinence
λέγεται
αψτινάνς
.
abstinence
σημαίνει στα ελληνικά
εγκράτεια
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- abstinence : αποχή
- sevrage / abstinence : άφεξη / αποχή
- abstinence : αποχή / εγκράτεια
- abstinence forcée : αναγκαστική αποχή
- abstinence forcée : υποχρεωτική αποχή
- abstinence sexuelle : σεξουλική αποχή / σεξουαλική εγκράτεια
Subscribe
0 Comments